Ιστορίες με στρας, σκέψεις, ρεύσεις, παύσεις, τράς, αλλά χωρίς 'rush'...

Tuesday, December 26, 2006

Christmas spirit-ακούγοντας μουσική..

Μέρες κούφιες.
Κουβέντες γύρω μου. Άνθρωποι που ανοίγουν το στόμα τους, δεν ακούω, ωστόσο.. Βλέπω μόνο την κίνηση των χειλιών τους.

Αυτές οι μέρες παραδοσιακά αφιερώνονται σε διάφορα: σήκωσα το μισό γνωστό καφε-βιβλιοπωλείο των βορείων για δώρα. Σε καποια φάση με βοήθησε και ο Φ., με τον οοίο μοιράστηκα ωραίες συζητήσεις.
Περιέργως δεν ήπια και τόοσους παραδοσιακούς καφέδες.
Αυτοί που περιμένα (και) φέτος δε συντονιστήκανε και πολύ μαζί μου-μπορεί και το τανάπαλιν..
[τους είχα τάξει και Παπαϊωάννου, αλλά το @#$%^&* Ταμείο του Παλάς με κρέμασε.. (:

Η Ζωή επιστρατεύτηκε να διαχειριστεί την τύχη του σπιτιού τελευταία στιγμή: ντουζίνες ρούχα για σιδέρωμα, κλπ.
Σε δυο μερες είχα κάνει το σπίτι )(*&#$ ..

Μου χρειάζεται λίγη απόμόνωση και καθαρός αέρας.
Το πρώτο το βλέπω δυσκολο με 14 άτομα παρέα-φεύγουμε αυριο πρωι για το γνωστό 'σαλέ' στα 1000τόσα μέτρα στη Γκιώνα.
Το δευτερο θα το επιδιώξω σίγουρα.. έχει φοβερά μέρη για περπάτημα εκεί-και αν κρίνω από το mms που μας έστειλε ο οικοδεσπότης χθες, θα 'χει χιονάκι. Αρκετό για ευχαριστους περιπάτους στα λευκά.
Αλλά έχω και πολύ δουλειά γ@μ$%^.. πρέπει να δουλεψω. Το συνέδριο έρχεται..

Ανασηκώνομαι στο κρεβάτι και προσπαθώ να σκεφτώ τι έκανα την τελευταία βδομάδα-το αλτσχαϊμερ μου έχει προχωρήσει επικίνδυνα, μαζί με την κίρρωση του σηκωτιού μου, φοβάμαι..

Έκοψα κάτι πάρτυ στο μεσοβδόμαδο-απ' ότι έλεγε ο Μήτσος, δεν έχασα και τίποτα.
Το weekend πριν τα Χριστούγεννα ήταν κυριολεκτικά back to the future.
Αρχίσαμε με το 'παρελθόν': το δικηγοροπάρτυ της Παρασκευής, και προχωρήσαμε με το ρεβεγιον της Κυριακής.
Ήθελα να τους δω-αλλά όταν τους είδα, δεν είχα ΠΙΑ τίποτα να τους πω.
Κι όμως, καναμε παρέα, έχουμε φάει ψωμί κι αλάτι μαζι. Ο ένας ήταν κολλητός μου από τα 13..
Φανηκε να χάρηκαν ιδιαίτερα που με είδανε.
Πάει πολύς καιρός. Δεν φταίνε αυτοί-τους απέφευγα..
Εγώ, πάλι, τους φάνηκα 'αλλιώτικος'-με κοιτάζανε με προσοχή και διακριτικά ρωτούσανε, "και τώρα, πως..", και άλλα πολλά. Το υπομειδίαμα μου μάλλον τους έκοψε τη φόρα. Αναμενόμενη ροή, από τη σαμπάνια στο γουρουνόπουλο και από εκεί στο γλυκό. Έγκωσα..
Όταν δε αποφασίστηκε το πατροπαράδοτο στούκι, έκοψα φλέβες. Μετά απ' αυτά που έχω ζήσει ως bystander στα μεγαλύτερα καζίνο της Ευρώπης, δεν θέλω να ξανaδω χαρτί μπροστά μου..
(Τα λέει ωραία ο Σουρούνης.)

Την έκανα για το κοσμικό κλαμπ του κολλητού.
Ήταν φισκα-αναμενόμενα με τις ηλικίες 18-25 να δίνουν τον τόνο.
Στο άνετο γραφείο του φίλου-ιδιοκτήτη στήθηκε ένα ωραίο, σουρεάλ σκηνικό. Κόντρα στις ισχυρές δονησεις από τη μουσική στο ισόγειο, εμείς παίξαμε σε άλλο μήκος κύματος..
Κοινωνικός σχολιασμός της νέας βρετανικής σκηνής στις 7 το πρωι, στον απόηχο της Νατάσας Θ. της οποίας η φωνή τρύπωνε στο πατάρι-καταφύγιο μας. Και μιξάριζε σούπερ!

Μετά από κανα δίωρο ύπνου, πετάχτηκα έντρομος.
Είχα ραντεβού με τη Δ. στην Ερυθραία για να πάμε στο Καπανδρίτι στους γονείς της.
Κρίνοντας από τα βλεμματα των στημένων για την πάρτη μου

έξω από τη Δέσποινα
βαρυξυπνημένων αγνώστων, το χριστουγεννιάτικο μεσημερι δεν άρχιζε με καλούς οιωνούς..
Η Δ. οδηγούσε στην Εθνική με αξιώσεις Νικι Λαουντα και βάλε..
Επιασα το ταλαιπωρημένο στομάχι μου και με τα δυο μου χέρια.
Επεσα έξω-η συνέχεια ήταν καταπληκτική. Φανταστική φιλοξενία, εξαιρετικά ευχάριστη παρέα από το χώρο της Δ.: γνωστοί τζαζ φωτογράφοι, βουδιστές σκηνοθέτες, τηλεοπτικοί ηθοποιοί, διάφορα κοριτσακια στα περιξ που τελειώνανε το σχολείο να περιφέρουν την αθωότητα (;) τους σε επαφή με τα προαναφερόμενα ρεμάλια, εγώ μια να λύνω τις κοινωνιολογικές απορίες του ηλικιωμένου οικοδεσπότη-πατέρα και μια να συμμετέχω στο χάβαλο.
Μια ομορφιά :-)
Το βράδυ έπεσε λίγο βαρύ: Χαλάνδρι-Παπάγου-Πειραιάς-Φιλοθέη, αλλά δεν πειράζει..

Συνειδητοποιώ πως πήγε 3 και γω πεινάω. Το τηλέφωνο βουβό. Θα φάω μόνος απόψε.
Έφυγα._


Thursday, December 14, 2006

Μια μέρα στη μέση της βδομάδας

Γενική απεργία χθες-μέσα της εβδομάδας. Χαρτογραφώ τον χρόνο ποικιλότροπα αυτη την περίοδο. Ανάλογα με τα επιτεύγματα της ημέρας, τις αποτυχίες της.
Τις τομές της.
Ραδιοφωνικά δελτία, ειδησεογραφικά ραπόρτα όλο το προηγούμενο 48ωρο.
Κραυγές, προειδοποιήσεις να κρατηθούν οι πολίτες μακριά από το κέντρο, αυτή δεν προβλεπόταν μέρα, διαγραφόταν κάτι ανάλογα με το the big chill..
Η καλή μέρα από το πρωι φαίνεται: κατά τις 9.00 με ξύπνησε το θυροτηλέφωνο. "Μια πληροφορία θα θέλαμε, ΔΟΥ εδώ", έκραξε μια αγριωπή φωνή σε γνησίως υπηρεσιακό ασφαλώς τόνο.
Θυμήθηκα ένα παλιό καθηγητή μου, χρονια φυλακισμένο στη Χούντα με άγριες διώξεις από την Αστυνομία, ο οποίος μου ΄λεγε κάποτε πως "Δημοκρατία είναι το υφιστάμενο πολίτευμα, που, όταν σου χτυπάνε το πρωι την πόρτα, ξέρεις οτι θα 'ναι ο γαλατάς". Μήπως βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας μορφής στη Gotham-city που μας προετοιμάζουνε ..?

Ο Αλέξης [που ως γνωστόν κρύβεται πίσω από τις λέξεις], μου έστελνε σήματα καπνού απ' το πρωί-"κατέβα κάτω ρε @#$%^ να βρεθούμε, έχω φλιπάρει".

Καβάλησα το TDM και σάλταρα με ταχύτητα στη δροσερή λεωφόρο. Η κίνηση μάλλον περιορισμένη. Γκάζωσα και ένιωσα τη μηχανή να ανταποκρίνεται-"μαλακά αγόρι μου, καλύτερα κι από γυναίκα", έλεγε ο Αντώνης..
Διάβηκα -μάλλον εύκολα- το όριο του κέντρου, τη διασταύρωση Κηφισίας & Αλεξάνδρας και εισχώρησα στον κλοιό. Αυτή δεν είναι η πόλη της θεάς με τη γλαύκα, σκεφτόμουνα. Από ένα σημείο και πάνω θα 'πρεπε να λέγεται Βωβούπολη και από κει και κάτω Μπατσούπολη. They were miiillions of them. Among us.
Κρύβοντας τη σιχασιά μου που με πλημμύρισε, συνέχισα αταλάντευτα την πορεία μου. Στο ύψος του Χίλτον έζησα σαν το Steven Siegall στο Under Siege.
Κόκκινες κορδέλες έκλειναν το ρεύμα προς το Σύνταγμα-ένστολα παιδιά άκουγαν μάλλον με συστολή τα ουρλιαχτά των οδηγών απ΄τα τετράτροχα. Ας πρόσεχαν: το κλεινόν άστυ ανήκει στα δίτροχα του ;-)
Με περίσσιο θράσος, σήκωσα την κορδέλα και ακολουθώντας μια σταθερή ροή δικυκλιστών μπροστά από μένα, μπήκα για τα καλά στη λογική της Επανάστασης. Πίσω από τις γκρίζες στολές.
Η Βασιλίσης Σοφία ήταν χάρμα οφθαλμών. Το επόμενο μπλόκο, αναμενόμενα, μπροστά στη Βουλή. Με μια πιρουέτα που θα ζηλευε και ο Dwight Wayne, καβάλησα το πεζοδρόμιο στη αρχή της Σολωνος, παρακάμπτοντας έτσι τα ουσιαστικά ακινητοποιημένα οχήματα. Παραβιάζοντας κάθε άρθρο που προβλέπει ο Κ.Ο.Κ. περί την οργανωμένη κυκλοφορία, κατόρθωσα -κυριολεκτικά- να προσεγγίσω τα στενάκια πάνω από την Ακαδημίας. Όλοι οι μεγάλοι κάθετοι οδικοί δίαυλοι, ασφυκτικά φυλαγμένοι, έκοβαν την καρδιά της πόλης στα δυο.
Είναι ωραία να ξέρεις τις καβάντζες και τα παραδρόμια: εξαγριωμένοι couriers, πειραγμένα παπάκια και πολύχρωμα ποδήλατα έδιναν τον τόνο. Στην απουσία τετράτροχων.
Και κόσμος. Λαός πολύς. Παντού. Κατέβηκα το ιστορικό downtown με αδιάκοπους ελιγμούς.
Στη γωνία Αθηνάς και Ερμού, πίσω από το παλιό τζαμί, χάζεψα τον Ιερό Βράχο. Στον ελαφρά νεφοσκεπή ουρανό, σκάει κάθετα μια αχτίδα και καρφώνεται στα μάρμαρα.
Γυρίζω το βλέμμα: γλυκειές μαυρούλες, σχιστομάτηδες κίτρινοι , ευσταλείς κόκκινοι [=οι γνωστοί οργανοπαίχτε της πλατειας Μοναστηρακίου από τις μακρινές Άνδεις]-κυριολεκτικά- περνάνε δίπλα μου.

Στο γραφείο του Αλέξη αράζω υπό τους ήχους των Ε.S.T. Τρελλό σουξέ.
Καταλήγουμε στο γνωστό μπαλλαντερ-άδικο καφέ της Βουλής.
Joker - "κι αν σου κάατσει";
Η χαμογελαστή Χρύσα μας προτείνει μηλόπιτα αντί για τη συνήθη lemon-pie. Η κουβέντα ανάβει. Κρίνοντας από τις αντιδράσεις των λιγοστών προσωπων που καφεδιαζονται δίπλα μας, η agenda μας έχει δημόσιο ενδιαφέρον. Σιγά μη λύναμε τα προβλήματα της ύπαρξης σε ένα απόγευμα..

Το βράδυ-νωρίς η πρόσκληση για το πάρτυ της μεγαλο-ξενοδόχας στα βόρεια. Το είχα λησμονήσει. Με πήρε η Joe έγκαιρα-"μην αργήσεις ρεμάλι".
Χώρος συμπαθής-φάτσες στο φάσμα του συνήθους για παρόμοια γκαλά-φαγητό remarkable-τρώω λίγο. Οθόνες παντού με ενημερώνουνε πως χορηγοί του πάρτυ είναι ο Φούφουτος, ο Ξεφτίλης και ο Λαμογιογλου. Τα έσοδα θα διατεθούν για το δείνα φιλανθρωπικό σκοπό.. Συγκινήθηκα.
Εγκαταλείπω το κλασικ Bombay-lime της σαιζόν προς χάριν του Pitu. Δεν βλέπω και τίποτα άξιο λόγου. Οι γνωριμίες συνοδεύονται με ανταλλαγές καρτ-βιζίτ. Σταθερά αντίθετος, δεν βάζω καν το χερι στην τσέπη.
Κόσμος απροσδόκητα περιορισμένος-βαρεθήκαμε ακόμη και να σηκωθούμε από τον καναπέ απόψε ?
Παίζει βέβαια και ο ΠΑΟ.. Ας πρόσεχε/αν.

Χτυπάει το τηλ. πάνω στο καναπεδάκι με την τρούφα σολωμού. Λυσσασμένα. Με περιμένουν στο Guru. Για φαγητό. Πολύ ώρα.
"Ναι, ρε παιδιά, είχαμε πει, αλλά κάτι μου ΄τυχε..".
Τα καντήλια δεν τα γλίτωσα. Άφησα τα κορίτσια στο Γαλάτσι.
Η Joe είχε βγάλει κάλους από τις γόβες όλη μέρα-εμμ, έτσι είν' αυτά.
Το πάρκινγκ στην πλατεία Θεάτρου απόψε ήταν μισοάδειο.
Κλείνοντας την πόρτα, πίσω μου άκουσα τα σπαστά αγγλικά: "wwould tzu likke a blow job sir?" Στην σκοτεινή κολόνα η πιτσιρίκα -μου φάνηκε- μαυρούλα απευθυνόταν σε μένα. "It will be cheap-cheap and good", απάντησε στην ευγενική άρνηση μου.
Η πρώτη δόση της μάσας είχε κλείσει-αλλά κουβαλήσανε εκείνη την υπέροχη πάπια Πεκίνου για την πάρτη μου. + spicy chicken. Και πολύ-πολύ κρασί. Θα πρεπει να στερέψαμε το Γιαννακοχώρι χθες..
Τα κορίτσια ήταν σε τρελλά κέφια και ο Αλεξ σολάριζε. Ήταν να περάσει και μια φίλη-προτίμησε να πάει στο Ten. Ελπίζω να πέρασε καλά.
Στο από πίσω τραπέζι προέκυψε αίφνης πως έτρωγε ένα από τα ημέτερα ρεμάλια: ο Μιχάλης με μια αμερικανίδα (;)-"που 'σαι ρε μ@λ@)??" του 'κανα. "Ο Μήτσος με πήρε στις 9.00 απ' το σπίτι σου να πάω για μπίρες"-αλλά δεν μου πε πως αλήτευες.. ;). Ακόομη περιμένω τα.."

Στο τραπέζι η αδερφή του Α. μου θύμισε ένα βράδυ το '86. Ήμουνα 16 κι ητανε 14. Η αλήθεια ήταν πως το θυμόμουνα-αλλά μου έκανε εντύπωση πως το θυμότανε κι αυτή.
Ήτανε σα σήμερα-14/12.
Μια βδομαδα μετά τα γενέθλια μου.
Στο πάρτυ του αδερφού της-τότε καθόμασταν στο ίδιο θρανίο-(Χρόνια στην αλητεία).
Ξεχασμένος στο χτες, χαμήλωσα τη φωνή μου.
Έσκυψε πάνω μου για να μ' ακούσει-ο Α. απέναντι στην αγκαλιά της Ισμήνης μου 'κανε νοήματα.
Χαμογέλασα.
Δεν ξέρω καν το γιατί.
Εκείνη μου ΄λεγε για την πρόταση γάμου που περιμένει. Αυτή τη βδομάδα.
Ύστερα θυμηθήκανε πως δουλεύανε όλοι το πρωί.
Αποχωρήσαμε νωρίς.

τελειώνοντας το ποστ-κατευθύνομαι στην Cosa-Nostra στην Αγίας Θέκλας: ελπίζω το φαγητό να 'ναι όπως μου τα λέγανε. πεινάω.

Thursday, December 07, 2006

Minima μα όχι moralia

Βαριέμαι σήμερα. Φρικαλέα. Γεγονός που δεν κάνει απαραίτητα τη διαφορά. Ποιοτικά όμως, σηματοδοτείται συμβατικά από την περίσταση.

Γενέθλια σήμερα. Μια μέρα σαν τις άλλες-μια μέρα διαφορετική.

Βυθισμένος στο συναίσθημα νιώθω αυτή την περίοδο-βγάζω το κεφάλι έξω για να μεμψιμοιρήσω και να μεμφθώ, να μιάνω-όσα αγγίζω, να μηρυκάσω-όσα διακινούνται ασύστολα, αλλά και να μιζεριάσω. Ενίοτε.
Να μελετήσω λίγο δυσκολεύομαι, αλλά ΟΚ. Όλα καλά-που λέει κι ο Σσύντροφος της Κάτιας Ζυγ.

Σκεφτόμουνα κάποια στιγμή.
Πράγματα ορατά-αλλά διόλου αυτονόητα. Όπως όλα όσα μας περιβάλλουν, αναιρώντας έτσι τη δυνατότητα της στοχαστικης αποστασιοποίησης.
Σημειώνει ο C. Wright Mills, στο The Sociological Imagination: το να γράφεις σημαίνει να εγείρεις μια αξίωση να διαβαστείς, αλλά από ποιόν;
Καλή ερώτηση. Κάποτε η δημόσια εγγραφή εντασσόταν σε συγκεκριμένα-οριοθετημένα πλαίσια συγγραφής. Μιλούσε [=κήρυττε] ο ιερέας, ο άναξ [δια των κρατικών αξιωματούχων], ο λόγιος δλδ, η Εξουσία.
Στη νεοτερικότητα ξεκίνησε με άλλους ρολους ο συγγραφέας και αργότερα ο δημοσιογράφος-χαλκεύοντας, ομνύοντας ή υποτασσόμενοι σε έτερες μορφές εξουσίας.
Γιατί αν ο Λόγος έχει Ισχύ, η απρόσκοπτη διακίνηση του δε μπορεί να γίνεται χωρίς προϋποθέσεις. Σήμερα, που έχουν de facto αρθεί όλα αυτά τα εμπόδια-αναρωτιέται κανείς αν υπάρχει κάτι που έχουμε στ' αλήθεια να πούμε. Και ποιές είναι οι νέες αναστολές ??
Γράφουμε εδώ μέσα, "για εμάς, για τους φίλους μας και για να γλυκάνουμε το Χρόνο που επελαύνει" [Μπόρχες]?
Γράφουμε, σκηνοθετώντας τον εαυτό?
Ζούμε στον αστερισμό ενός νέου narrative ?
Εξωτερικεύουμε αυτό που μας πνίγει?
Συνιστά το Δίκτυο τη φτηνότερη πατέντα ομαδικής ψυχοθεραπείας από καταβολής κόσμου? Αποτελούν όλeς αυτές οι σκέψεις, projection της ιδικής μου επιθυμίας ;
Πιθανώς-αν όχι σίγουρα..

Είναι αξιοπαρατήρητο-αλλά όχι πολυσυζητημένο αυτό που συμβαίνει στο αναδυθέντα δημόσιο χωρο.
Υποκείμενα που γράφουν. Περσόνες που ορίζουν το προφιλ τους. Μάσκες που υψώνονται-ψιμύθια που πέφτουν. Πρόσωπα και προσωπεία. Επικοινωνούμε άραγε ή μήπως κατά τη γλώσσα της ψυχανάλυσης, κάνουμε απλώς θόρυβο ..? Αναντίρρητως, αμφότερα.

Κάποτε-a long time ago, δημοσίευσα το πρώτο ίσως επιστημονικό άρθρο στα ελληνικά ακαδημαϊκά πράγματα για το επίπεδο των σχέσεων που αναπτύσσονται στα πολυχρηστικά Net περιβάλλοντα σε καθεστώς γενικευμένης διάδρασης. Πεδία παρατήρησης, οι έννοιες της κοινότητας, της εξουσίας και της ταυτότητας στις online 'ά-υλες' (?) συσσωματώσεις. Εποικοδομητικά, άκουσα τότε, τα συμπεράσματα.
Σήμερα, θα μετατόπιζα τις οπτικές εστίες. Από την κοινωνιολογία στην κοινωνική ψυχολογία.
Μου έχει προκαλέσει ιδιαίτερη εντύπωση η -στατιστική- αίσθηση που αποκομίζω της αποστασιοποιημένης ματιάς σε μια συντριπτική πλειοψηφία ποστ της blog-o-σφαιρας.
Αναπαραγωγή ειδήσεων της επικαιρότητας, σχολιασμός της δημοσιότητας, καλόπιστο ή και όχι κουτσομπολιό, άρθρα γνώμης, επίδειξη γούστου, κατάθεση προθέσεων και προτιμήσεων. Γόνιμες συμβολές-όπως και να το δεις.
Λίγα ωστόσο τα προσωπικά μετερίζια. Συγκριτικά μειωμένη, θεωρώ, η αποτύπωση του βιώματος. Για να μη μιλήσω για την κοινοποίηση του τραύματος..
Δε γραφουνε ρε παιδί μου οι άνθρωποι πολλά στα μπλογκια γιαυτά που κάνουνε (;) στη ζωή τους. Πως γ@μι$^& και τι ποθούν. Πως τρών ψωμί και τι τους κόφτει ..
Αυτά που φοβούνται-αυτά που φθονούν-αυτά που τους ερεθίζουν-αυτά που τους καθιστούν ευάλωτους. Αυτά που τους απωθούν δλδ..

Να κατοπτρίζει άραγε την αμηχανία της μεσογειακής κουλτούρας απέναντι ανοιχτό χώρο ?
Την αμφιθυμία ανάμεσα στο ιδιωτικό και το -υπό προϋποθέσεις- δημόσιο ?
Βέβαια, με όλα τούτα δεν 'απάντησα' στον Mills-αλλά ήθελα όντως να απαντήσω ;

Friday, December 01, 2006

Εδώ είναι το Ταξίδι...

Tον γνώρισα το χειμώνα του '90 σε μια φοιτητική εκδρομή στην Αραχωβα. Δεν είμαι καν σιγουρος αν το θυμάται δηλ, αλλά εκεί πρωτο-ανταλλάξαμε δυο λέξεις.
Ναι, ναι. Είμαι σχεδόν σίγουρος.
Συνυπήρχαμε βέβαια στη Σχολή επί χρόνια-νομίζω πως κι οι δυό ξέραμε για τον άλλο- μα δεν είχε τύχει ποτε να διασταυρωθούν οι τροχιές μας. Ίσως όχι τυχαία.
Κοκόρια στο κοτέτσι της μεγαλύτερης σε πληθυσμό φοιτητικής κοινότητας της χώρας.
Επεισοδιακή η πρωτη γνωριμία μας.

Συνδεμένη με το χάβαλο, τη γλυκειά θρασύτητα και την εσωτερικευμένη ανασφάλεια της νιότης. Νομίζω πως θυμάμαι πως κοιταχτήκαμε. Μετά έσπασε ο πάγος.
Βοήθησαν και οι συγκυρίες.
Κύλησε ο τέντζερης κι βρήκε το καπάκι. Δε θυμάμαι ακριβώς το πως-εκ των υστέρων ανασυνθέτω το γιατί. Πάντως κολλήσαμε άμεσα. Παρόμοια κοψιά, κοντινά γούστα-διψασμένοι να μάθουμε. Και να γευτούμε.
Κορίτσια, πολιτική, μηχανές, αθλητισμός και μπίζνες διέτρεχαν την κουβέντα μας. Ήμασταν από διαφορετική πάστα-φαινόταν αυτό στους γύρω μας. Παιδί των ιδιωτικών των βορείων εγώ, μεγαλωμένος στην άγρια Κυψέλη των 80's εκείνος. Δέσαμε υποδειγματικά. Και μάθαμε πολλά-πιστεύω αμφότεροι.
Μοιραστήκαμε την αχαλίνωτη φαντασία του και διαπραγματευτήκαμε τις εκλογικευμένες ενστάσεις μου-για τα ποικίλα πλάνα του μέλλοντος. Συνήθως, στον πυρήνα μαζώξεων. Πρόσκαιρων φίλων και πολύχρωμων 'φυλών' που συνωθούνταν συστηματικά γυρω μας. Με το έτερο φύλο να πλεονεκτεί συντριπτικά.
Αλλά και σε πιο προσωπικές-βαθειά ανθρώπινες συζητήσεις.
Τhe young and the restless..
Στο κυλικείο-νυφοπάζαρο της Σχολής το πρωί. Τα μαθήματα-όποτε χωρούσαν..
Γυμναστήρια, καφέ και μπαρ στην εξέλιξη της μέρας.
Της μέρας που γινόταν νύχτα και του πρωινού που ακολουθούσε χωρίς πολλές έγνοιες-αν εξαιρέσεις τα φράγκα που δεν περίσσευαν [πόσα πιά να καλύψουν οι περιστασιακές δουλειές..] και τη γκρίνια των γονιών-όταν [και εφόσον] μας έβλεπαν.
Tρελλά πάρτυ, κλάμπινγκ, νυχτοπερπατήματα, ασταθείς σχέσεις με το άλλο φύλο-τότε που λογίζαμε πως θα γερνάγαμε μπακούρηδες. Σαν κάτι εξηντάρηδες που βλέπαμε στα παραλιακά κλαμπ πρώτο τραπέζι πίστα με τις πουράκλες και τα γκομενάκια.
Και γελάγαμε.
Αγαπάγαμε τη ζωή-ήταν φανερό, κι αυτή μας το ανταπέδιδε. Πληθωρικά.
Those were the days.
Τη ρουφάγαμε ως το μεδούλι και πιστεύαμε πως θα διαρκέσει.
Against all odds.
Ντουέτο και με πολιτική δράση-εγώ ήμουν ο consiglieri, σταθερά στο παρασκήνιο από επιλογή. Εκείνος στη βιτρίνα.
Του κανα μαθήματα κοινωνικής διαπαιδαγώγησης και πολιτικής θεωρίας-μου μιλούσε για καινοτομία και επιχειρηματικότητα. Και μετά ονειρευόμασταν.
Ταξίδια
..
Και όταν βρισκόμασταν μόνοι μας, με ρωτούσε συνέχεια-για πράγματα που κανείς γύρω δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως τον έμελλαν..
Και έτσι πορευτήκαμε.
First, we take Manhattan-then we take Berlin.
Γνωρίσαμε πολύ κόσμο τότες, εκείνος τον έκανε και καριέρα.

Κι ύστερα ένα πρωί εγώ τα παράτησα όλα και βρέθηκα στη Σκανδιναβία-αποφάσισα πως οι σπουδές μου είχαν πρωτεραιότητα. Όταν γύρισα εκείνος είχε ανοίξει το πιασάρικο μαγαζί που ονειρευόταν. Τρελές πιένες. Συνεχίσαμε, ωστόσο, να βρισκόμαστε σαν να μην έχει αλλαξει κάτι. Κρεμόταν ωστόσο από πάνω μας.
Το άχθος του χρόνου.
Στέκι μας, η ανθούσα επιχείρηση του. Με καφέδες και ποτά. Ρεμάλια, λαμόγια, καλά κορίτσια, κακά κορίτσια-[ποτέ δεν μπόρεσα να τα ξεχωρίσω εντελώς..], suigeneris τύπους, wanna-be λογίους, άσωτους, ανερμάτιστους, προγραμματισμένους [που στο δρόμο την κάνανε..], μα βασικά φοιτηταριό.
Παλλόταν από νιάτα κι από ζωή.
The age of affluence.

Ύστερα, αποχώρησα πάλι και πάλι. Για τη γηραιά Αλβιώνα στην αρχή. Εκείνος με υποδέχτηκε στο αεροδρόμιο-να με δει, δεν ήρθε, ωστόσο..
Σπουδές, δουλειά, υποχρεώσεις.
Στρατός κάτι χρόνια μετά. Εκείνος με πήγε στην πύλη του Στρατοπέδου ένα πρωί. Στην Τρίπολη.
Του υποσχέθηκα πως θα ανταπέδιδα μια 'άλλη μέρα'. Χαμογελούσε. Με τον ιδιαίτερο τρόπο του.
Δεν κράτησα την υπόσχεση μου-εκείνος δεν πήγε ποτέ..

Κατά τα λοιπά, βέβαια, ήταν πάντα εκεί. Στον άξονα αναφοράς.
Ή κάπου γύρω-στο περίπου.
Παίξαμε στο Ναό-καιρό πριν το λαϊκό προσκύνημα στα τέλη του προηγούμενου αιώνα. Είχαμε inside information-δεν ήμασταν κορόϊδα εμείς!
Στην αρχή πιστέψαμε πως θα τους δαγκώναμε-δεν ήταν δα και τόσο δύσκολο.
Πρώτα τους τα πήραμε και μετά μας τα ρούφηξε το ταμπλώ. Πίσω και με πανωτόκια. Εγώ τη γλίτωσα με αμυχές και σημάδια-εκείνος μάτωσε. Άγρια. Διαφορά κλίμακας στην επένδυση του αέρα 1/10. Ήταν τότε που τον αποκαλούσα "κύριε επενδυτά!"
Easy come-easy go.
Καταστράφηκε. Τα 'βαλε όλα υποθήκη.
Και δεν το 'ξερε κανένας.
Δε γονάτισε-έβαλε τη γκλάβα του να δουλέψει. Και τα 'βγαλε διπλά σε δυό χρόνια. Δεν έχω συναντήσει πιο πολυμήχανο άνθρωπο στη ζωή μου. Επινοητικότητα και ρίσκο. Αποτελεσματικότητα και στοχοθεσία. Είχε ξεφύγει. Έστηνε σκηνικά από το πουθενά.
Ο τζόγος είχε γίνει πια η ζωή του.
Και η ζωή του εξελίχτηκε σε ένα τζόγο χωρίς όρια.

Γιατί ο Γιάννης δεν είχε όρια.
Εκεί που άλλοι σταματούσαν-ο Γιάννης έπεφτε με το κεφάλι. Και προσγειωνόταν με τα πόδια. Όπως τότε στο Καρπούζι στον Πειραιά, με την Porsche στην Εθνική, με τα σκι στα Καλάβρυτα, με τα ανοίγματα σε παραγωγα στο ΧΑΑ το 2001.

Απίστευτο πράγμα. Με τις ψυχές που μόνο μια γάτα διαθέτει και τη υγρή μύτη του λαγωνικού.
Κι ένα αδιόρατα πονηρό χαμόγελο χαραγμένο στο στόμα. Λεπτή μαγκιά στην έκφραση, ενστικτώδης υπολογισμός, εκπληκτικές επικοινωνιακές ικανότητες, μεθόδευση και βολονταρισμός που τσάκιζε κόκκαλα.
Καμιά φορά και τα δικά του.
Ευγενικός από τη φύση του ανθρωπος, μεταμορφωνόταν βαθμιαία με το χρόνο.

Μείναμε φίλοι-ετσι νόμιζα. Κι όταν με πίκραινε, είχε τον τρόπο του να με επαναφέρει. Στη φιλία μας. Ήξερε να μ' ακουμπάει. Στα αδύνατα σημεία μου.
"Που 'σαι ρε ντάκουρα ..", μου 'κανε. Μάτια μισόκλειστα, τσιγάρο να κρέμεται στο στόμα, βλέμμα που 'βγαζε λίγο περιπαικτικό σαν μ' αντίκριζε.
"Για λέγε. Όλα καλά ?".
Ύστερα, πάντα είχε κάτι καινούριο να προτείνει. Τις μισές του ιδέες τις γείωνα με το καλημέρα-τις ρέστες όμως τις αποδείκνυε πραγματοποιήσιμες. One way-or another.
Μερικές έξοδοι, λίγες [ή περισσότερες αλητείες] ανανέωναν και ενδυνάμωναν τους δεσμούς μας. Χανόμασταν για ένα διάστημα-έπαιρνε ένα τηλ, έκανα μια βόλτα στα παλιά λημέρια και ξαναπιάναμε το μίτο.
Η σύντροφος μου τότε μου τα 'χωνε. Όπως μόνο μια ευφυής και ευαίσθητη γυναίκα δύναται. Και εγώ γελούσα.

Πέρασε ο καιρός. Καβαντζάραμε τα πρώτα -αντα.
Και μετά άρχισαν οι ζωτικές απώλειες. Αφήνοντας στο έβγα τους βαθειές, χαίνουσες ουλές.
Στη μεγάλη προδοσία της ζωής μου, μπήκα ένα απόγευμα σπίτι του και τα 'σπασα όλα-όσα βρήκα στο δρόμο μου.
Και μετά κλαίγαμε μαζί για ώρες. Η μοναδική φορά που βγάλαμε τους λυγμούς μας φόρα παρτίδα.
Σα μωρά παιδιά.
Εκείνος μου εμπιστεύτηκε πραγματα που θα τίναζαν στον αέρα φιλίες, κουμπαριές, δουλειές, συγγένειες. Ζωές ανθρώπων δίπλα μας.. Και τα βαστάω ακόμη.
Φίλε, έλα απόψε που πονάω.

Κατόπιν, αγριέψαμε.
Βυθιστηκαμε στις αποκλίνουσες διαδρομές μας-σκύψαμε το κεφάλι και σφίξαμε τα δόντια. Οι επαφές μας απότομες, άτακτες. Έξω από την καθημερινότητα. Ένα ποτό στο Rock&Roll μεσοβδόμαδα out of the blue. Άκουγα τα νέα σχέδια του με επιφυλακτικότητα, μην πω ειρωνεία και εκείνος έδειχνε την βαριεστημάρα του στα δικά μου. Μεγαλώσαμε ρε.
Για ένα διάστημα πιάσαμε τα ταξίδια.
Open, susame.
Συνεννοήσεις πέρα από κάθε λογική: "έλα, ρε. Φεύγουμε αύριο για ... ? Έχεις δουλειά? Κάντη από βδομάδα, σιγά μωρέ.."
Οργώσαμε την Ευρώπη-Άμστερνταμ, Παρίσι, Ρώμη, Λονδίνο, Κάννες, Μονακό, Βουδαπέστη, Πράγα, Πετρούπολη, Μόσχα. Ημι-'επαγγελματικά', ας πούμε, ή μήπως άλλοθι (?)

Σε κάποια φάση ερωτεύτηκε-τέσσερις μήνες αργότερα δέχτηκα ένα τηλεφώνημα.
Ξημέρωμα.
"Στον ύπνο σου με 'βλεπες ρε μ@λ@* ??", το σήκωσα σιχτιρίζοντας-"αν δεν έχεις τι να κάνεις, πέρνα αυριο απόγευμα από το μαγαζί. Στις επτά πρέπει να είμαι στο Δημαρχείο". Ήμουνα ο μόνος καλεσμένος έξω από τη στενή του οικογένεια και τον πλακατζή κουμπάρο.
Ακόμη θυμαμαι τον τελευταίο "τελείωνε ρε Δήμαρχε, μην πάρει πρέφα η κοπέλα τι πάει να κάνει και το μετανοιώσει!".

Λίγο αργότερα πλακωθήκαμε. Με πείραζαν πράγματα στο 'προσωπικό' μας. Σωρευτικά.
Και χαθήκαμε.
Η ζωή όμως έχει τον τρόπο της να παίζει παιχνίδια. Συνάντησα τον πατέρα του στο νοσοκομείο για εγχείριση-τέσσερις μέρες πριν πεθάνει η μάνα μου. Το 'μαθε πως τα πράγματα ήταν ζόρικα κι όμως δεν έσπευσε.
Δεν ήταν δίπλα μου, όταν τον είχα ανάγκη.
Ήρθε στο σπίτι αναπάντεχα το μοιραίο βράδυ με τη γυναίκα του.
Αγκαλιάστηκαμε σφιχτά. Κλάψαμε. Βουβά.
Είπε θα ερχόταν σε επαφή σύντομα.

Ένα χρόνο αργότερα πήγα να τον βρω.
Βουτηγμένος στην κατάθλιψη. Σκεβρωμένος σε μια καρέκλα-τίποτα δε θύμιζε το σθεναρό άντρα που στα καλά του έστιβε την πέτρα. Μιλούσε με δυσκολία-στα πλοκάμια του 'μαύρου ήλιου'. Είχε προλάβει, για μια ακόμη φορά να φτάσει κοντά στο Σχέδιο του. Πριν Εκείνο του γυρίσει την πλάτη.
Αλλά ήταν το ίδιο σχέδιο ?
Ένας άνθρωπος που είχε κάνει τα πάντα: όλα όσα άλλοι βλέπουνε στο dvd και πλασάρουνε μεθοδικά τα περιοδικά της [ανδρικής ?] μόδας.
Fast cars, sweet cards, soft chicks and easy .. living.
Τώρα, που το ξανασκέφτομαι, τα πάντα.
Πολλά
από τα οποία, μαζί. Πρέπει να ομολογήσω.

Αναμφίβολα, δεν έμαθε ποτέ άλλα πράγματα: να είναι αυτάρκης με λιγότερα, να ζει τη στιγμή, να χαλιναγωγεί τα θέλω του, να εκτιμά τις μικροχαρές της ζωής, να απολαμβάνει τα διόλου ευκαταφρόνητα επιτεύγματα του.
Αλλά, υποθέτω πως αν συνέβαινε αυτό, δεν θα 'ταν ο Γιάννης. Ένα περίεργο κράμα.
A legendary figure, κυριολεκτικά, στα μισά καζίνο της ηπείρου, στην αθηναϊκή νύχτα, στην πιάτσα του χώρου. Κι όμως τα ξημερώματα διάβαζε συστηματικά Λογοτεχνία. Ασταμάτητα-και με αξιώσεις, ειδικά στην ευρωπαϊκή και στην αμερικάνικη. ;-). Ποιός να το πίστευε-απ' όσους τον συναναστρέφονταν. Δεν μιλούσε ποτέ γιαυτά..

Τόσα χρόνια μετά, ανθρωποι του τότε στο δρόμο με ρωτάνε τι κάνει ο Γιάννης.
Η αλήθεια είναι πως δεν έχω ιδέα. Πριν από είκοσι μήνες, η κολόνια τέλειωσε. Είπα, οριστικά.
Ζορίστηκα-αλλά ένιωθα πως ήθελα να ξεσκαρτάρω. Από όσα με πληγώνανε-και δεν μου αξίζανε.
Εξοργισμένος από κάτι βαρύ που 'φτασε στα αυτιά μου, του 'στειλα ένα μήνυμα και του 'πα πως για μένα έσβησε. "Πέθανες", του 'γραψα.
Μια αυγή, μετά από μια βασανιστική νύχτα.
Δεν μου απάντησε ποτέ-κι αυτό με τρύπησε βαθύτερα.

Ένα χρόνο μετά βρέθηκα να περιπλανιεμαι στο Βουκουρέστι. Συμπτωματικά για κάτι που μπλεκόταν [και] σε παλιά όνειρα μας.
Βαλκανιζατέρ.
Ένιωσα την εξωφρενική ανάγκη να του τηλεφωνήσω. Να του πω πως σκεφτόμουνα αυτά που συζητάγαμε τότε.
Συγκρατήθηκα.

Τον ξανασκέφτηκα-χωρίς αφορμή- προχθές.
Και είπα απόψε να βγάλω όλο αυτό που παροικεί στη σκέψη μου. Ενδεχομένως ερήμην μου.
Εμείς αλλάξαμε ή αυτονομήθηκαν τα πλάνα μας; Πήραμε διαζύγιο απ' τα όνειρα μας; Παίρνουμε τελικά αυτό που αξίζουμε;
Μπορεί άραγε ο άνθρωπος να δραπετεύσει από τις μνήμες του ...;
Αυτό ήταν το Ταξίδι .. ?